Φυσική
To μάθημα τη Φυσικής διδάσκεται και στις τρεις τάξεις του Γυμνασίου.
Ειδικά για την Α΄ τάξη, η "Φυσική με πειράματα" ξεκίνησε το σχολικό έτος 2013-’14 και γίνεται μία ώρα την εβδομάδα στην τάξη ή στο Εργαστήριο Φυσικών Επιστημών. Περιλαμβάνει απαραίτητα και πραγματικό πειραματισμό από τους ίδιους τους μαθητές.
ΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
Στην Α’ τάξη του Γυμνασίου η διδασκαλία της Φυσικής αποσκοπεί στην ομαλή μετάβαση των παιδιών από την περιγραφική -κατά κύριο λόγο- προσέγγιση των φυσικών εννοιών και φαινομένων, που γίνεται στο Δημοτικό Σχολείο, στην αυστηρότερη ποσοτική, κυρίως, προσέγγισή τους ως φυσικών μεγεθών και φυσικών διαδικασιών.
Σύμφωνα με τις αντιλήψεις που κυριαρχούν στη σύγχρονη επιστημονική κοινότητα, η περιγραφή και η ερμηνεία των φυσικών φαινομένων γίνεται στο πλαίσιο της γλώσσας που χρησιμοποιεί η Φυσική επιστήμη, έτσι ώστε να διασφαλίζονται τρεις θεμελιώδεις απαιτήσεις:
1. Η ενότητα που υποκρύπτεται στην πολλαπλότητα και ποικιλία των φυσικών φαινομένων. Ενότητα, που προκύπτει από τον τρόπο διατύπωσης των φυσικών θεωριών και τον εμπειρικό τους έλεγχο.
2. Η υποθετικο-παραγωγική δόμηση των θεωρητικών προτύπων. Δηλαδή, οι φυσικές θεωρίες (ή τα πρότυπα) θεμελιώνονται πάνω σε μικρό σύνολο, λίγο-πολύ αυθαίρετων, υποθέσεων. Οι υπόλοιπες προτάσεις, που αφορούν στην περιγραφή ή την ερμηνεία των φυσικών φαινομένων, προκύπτουν από τις υποθέσεις αυτές με τη βοήθεια των νόμων της Λογικής και των Μαθηματικών.
3. Η δυνατότητα εμπειρικού (πειραματικού) ελέγχου των θεωρητικών προβλέψεων.
ΔΙΔΑΚΤΕΑ ΥΛΗ
Η ενοποιητική και συνεκτική εικόνα, που επιχειρούν οι επιστήμονες να μορφοποιήσουν για τον κόσμο, αναπόφευκτα ασκεί σημαντική επίδραση τόσο στο περιεχόμενο όσο και στο χαρακτήρα της εκπαίδευσης στις φυσικές επιστήμες.
Έτσι, η συγκρότηση του διδακτικού πακέτου και η προτεινόμενη διδασκαλία της φυσικής επιστήμης εδράζεται στους ακόλουθους βασικούς άξονες:
1. Οικοδόμηση της επιστημονικής γλώσσας, που χρησιμοποιεί η σύγχρονη επιστημονική κοινότητα στις φυσικές επιστήμες. Η οικοδόμηση ξεκινά με την «κοινή» γλώσσα που χειρίζονται οι μαθητές και τη διαλεκτική σχέση της με το εμπειρικό υπόβαθρό τους. Αναδεικνύεται έτσι η αναγκαιότητα σύνθεσης μιας νέας γλώσσας, της επιστημονικής, που θα είναι ακριβέστερη της κοινής και προσφορότερη για την περιγραφή και ερμηνεία των φυσικών φαινομένων.
2. Ενοποιητική περιγραφή και ερμηνεία των φυσικών φαινομένων, αφενός με την αξιοποίηση θεμελιωδών εννοιών, όπως η ενέργεια, και αφετέρου με τη χρήση ενός συνεχώς εμπλουτιζόμενου προτύπου μικροσκοπικής δομής της ύλης, ως ενιαίου τρόπου ερμηνείας τους. Παράλληλα, με συνεχείς αναφορές στο εμπειρικό υπόβαθρο του μαθητή γίνεται διάκριση της μακροσκοπικής περιγραφής των φαινομένων και του προτύπου που χρησιμοποιείται για την ερμηνεία τους.
3. Ανάδειξη του εμπειρικού χαρακτήρα των φυσικών επιστημών, στο βαθμό που απαραίτητη προϋπόθεση εγκυρότητας κάθε θεωρητικού προτύπου είναι η δυνατότητα διατύπωσης προβλέψεων, οι οποίες να μπορούν να ελεγχθούν πειραματικά. Έτσι, μέσω του πειράματος, ελέγχεται διαρκώς η αυτοσυνέπεια ολόκληρου του οικοδομήματος.
Για την Α' Γυμνασίου: Καθώς το μάθημα "Φυσική με πειράματα" αποτελεί στην πραγματικότητα για τους μαθητές της Α' Γυμνασίου εισαγωγή στην Επιστήμη της Φυσικής, προκειμένου ν’ αποκομίσουν το μέγιστο δυνατό από τη διδασκαλία του μαθήματος, χρησιμοποιούνται από τον διδάσκοντα «Φύλλα Εργασίας», στα οποία υπάρχουν σχέδια εργασίας για κάθε θεματική ενότητα, με τις ελάχιστες δυνατές πληροφορίες για τις διδασκόμενες έννοιες και τα φαινόμενα κάθε ενότητας.
Ενδεικτικά, τα παιδιά μελετούν τις ακόλουθες ενότητες:
- Μέτρηση μήκους, χρόνου, μάζας και θερμοκρασίας
- Από τη θερμότητα στη θερμοκρασία
- Αλλαγές της κατάστασης του νερού- Διαστολή και συστολή
- Το φως μας θερμαίνει
- Το «φαινόμενο του θερμοκηπίου»
- Το ηλεκτρικό βραχυκύκλωμα
- Από τον ηλεκτρισμό στον μαγνητισμό. Από τον μαγνητισμό στον ηλεκτρισμό.
- Ο μικρόκοσμος συγκροτεί και τον μακρόκοσμο
ΜΕΘΟΔΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΙΟΝΙΟ ΣΧΟΛΗ
Οι γενικές αρχές της διδασκαλίας που συνεπάγονται οι παραπάνω απαιτήσεις, καταγράφονται σχηματικά ως ακολούθως.
Προτρέπουμε τους μαθητές να περιγράψουν στο πλαίσιο της γλώσσας που ήδη κατέχουν και χρησιμοποιούν, φυσικά φαινόμενα που παρατηρούν στην καθημερινή ζωή ή, μέσω δραστηριοτήτων, στην τάξη.
Αναδεικνύουμε την ανεπάρκεια των εννοιών της καθημερινής γλώσσας όσον αφορά στην ακριβή και σαφή περιγραφή των φυσικών φαινομένων.
Κατά τη διδασκαλία εισάγουμε σταδιακά τις έννοιες της γλώσσας του επιστημονικού πεδίου που διδάσκουμε και τις χρησιμοποιούμε για να περιγράφουμε, να ταξινομούμε και να αναλύουμε τα φυσικά φαινόμενα. Δείχνουμε ότι με μικρό αριθμό νέων εννοιών μπορούμε να περιγράψουμε με ενιαίο τρόπο διαφορετικά φαινόμενα και να διατυπώσουμε σχέσεις και φυσικούς νόμους.
Οικοδομούμε και εμπλουτίζουμε, σταδιακά, την επιστημονική γλώσσα. Προσπαθούμε να εξοικειώσουμε τους μαθητές με αυτήν.
Αντιδιαστέλλουμε την επιστημονική γλώσσα με την «καθημερινή». Επιχειρούμε να ανιχνεύσουμε και να άρουμε τις παρανοήσεις των μαθητών.
Παροτρύνουμε τους μαθητές στη διατύπωση ερωτήσεων με στόχο τη βαθύτερη κατανόηση της λειτουργίας του φυσικού κόσμου.
Καθοδηγούμε τους μαθητές στη διαμόρφωση υποθέσεων και τη σύνθεση απλών θεωρητικών προτύπων για να ερμηνεύσουν τα φυσικά φαινόμενα και τους νόμους, που έχουν ήδη διατυπώσει.
Με συγκεκριμένες πειραματικές δραστηριότητες αναδεικνύουμε τη σημασία της μέτρησης και ελέγχουμε συγκεκριμένες θεωρητικές προβλέψεις. Αξιολογούμε συνολικά το θεωρητικό μοντέλο που χρησιμοποιούμε για την περιγραφή των φαινομένων που μελετάμε.